Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ...

Μαθαίνω… παίζοντας: Η σημασία του παιχνιδιού στη διαδικασία της μάθησης:
  Η σημασία του παιχνιδιού κατά την προσχολική και σχολική ηλικία, καθώς και οι επιδράσεις αυτού στην ανάπτυξη των παιδιών είναι ένα θέμα που ιστορικά έχει απασχολήσει ειδικούς από το χώρο της Παιδαγωγικής και της Ψυχολογίας.  Από τη μια μεριά, υπάρχουν γονείς που θεωρούν το χρόνο που επενδύει το παιδί στο παιχνίδι χαμένο χρόνο, καθώς τη δεδομένη στιγμή θα μπορούσε να επενδύει στα σχολικά του καθήκοντα (Golinkoff et al., υπό έκδοση). Από την άλλη επικρατεί η άποψη ότι ο χρόνος που περνάει το παιδί παίζοντας, είναι χρόνος μάθησης (LEGO Learning Institute, 2002). Επομένως, γεννάται το ερώτημα: «Ποια είναι η αξία του παιχνιδιού κατά την ανάπτυξη του παιδιού;»
   Σύμφωνα με τον Πλάτωνα «Μετά παιδείας και ηδονής μανθάνειν» (όπως αναφέρεται στην Κωνσταντινίδου, 1988).  Από την πλευρά των κονστρουκτιβιστών, ο  Piaget (1951) θεωρεί το παιχνίδι ως μια προσαρμοσμένη συμπεριφορά που βοηθά στην εξέλιξη της σκέψης των παιδιών, ενώ ο Vygotsky (1978) αναφέρει πως το παιχνίδι είναι μια ευκαιρία για τα παιδιά να μάθουν περισσότερα για τον κόσμο τους, να ανακαλύψουν νέες ιδέες και να ενισχύσουν τη φαντασία τους.
  Γενικώς, το παιχνίδι είναι ένα μέσο το οποίο επιδρά θετικά στην ολόπλευρη εξέλιξη των παιδιών. Πιο ειδικά, μερικά από τα οφέλη του παιχνιδιού είναι ότι τα παιδιά αποκτούν κοινωνικές δεξιότητες, όπως η επιτυχής επίλυση καθημερινών προβλημάτων, δεξιότητες επικοινωνίας με συνομήλικους, ικανότητα αυτό – ρύθμισης της συμπεριφοράς τους, καθώς και έλεγχο των συναισθημάτων τους (Golinkoff et al., υπό έκδοση). Επιπροσθέτως, αναφορικά με την επιρροή στην ακαδημαϊκή πορεία φαίνεται πως τα παιδιά που αφιερώνουν παραπάνω χρόνο παίζοντας, έχουν πιο εμπλουτισμένο λεξιλόγιο, είναι πιο δημιουργικά και μπορούν να προσέχουν περισσότερο μέσα στην τάξη κατά την παράδοση του μαθήματος σε σχέση με τα παιδιά που δε συνηθίζουν να παίζουν τόσο συχνά (Singer, υπό έκδοση). Ακόμη, για τα παιδιά της σχολικής ηλικίας το παιχνίδι είναι ένα μέσο χαλάρωσης και αποφόρτισης από την καθημερινή πίεση. Μάλιστα, λαμβάνοντας αυτό υπόψη το φιλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα ένταξε το παιχνίδι μέσα στο αναλυτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στα παιδιά να εκφράζονται ελεύθερα και να μειώνουν το άγχος που προκαλείται από τη διδασκαλία των μαθημάτων.  Σύμφωνα με τον Alvarez (2005) οι Φιλανδοί μαθητές έχουν πολύ υψηλές επιδόσεις στα σταθμισμένα τεστ ανάγνωσης.
  Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το παιχνίδι δεν έχει θετικά αποτελέσματα μόνο στα παιδιά τυπικής ανάπτυξης, αλλά και στα παιδιά με συναισθηματικά, συμπεριφορικά, καθώς και μαθησιακά προβλήματα. Πιο συγκεκριμένα, ιδιαιτέρως βοηθητικός είναι ο ρόλος του παιχνιδιού στα παιδιά με αυτισμό και με Asperger, καθώς μαθαίνουν να αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους, αλλά και τα συναισθήματα των άλλων (Singer, υπό έκδοση). Η παιγνιοθεραπεία και οικογενειακά ψυχοθεραπευτικά προγράμματα τονίζουν τη θεραπευτική συμβολή του παιχνιδιού, σε περιπτώσεις παιδιών με αγχώδεις διαταραχές, φοβίες και παιδιών που αντιμετωπίζουν απώλεια (Brinkmeyer & Eyberk, 2003). Αλλά και στα παιδιά με δυσκολίες μάθησης η παιγνιώδης μάθηση θεωρείται η πιο αποτελεσματική μορφή μάθησης, διότι ενισχύεται η αυτοεικόνα τους και τα κίνητρα για ενεργό συμμετοχή είναι υψηλά (Κωνσταντινίδου, 1988).
  Συνοψίζοντας, το παιχνίδι επηρεάζει θετικά την κοινωνική, ακαδημαϊκή και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Ωστόσο, κρίνεται πολύ σημαντικός ο ρόλος των σημαντικών άλλων, όπως των γονέων και των εκπαιδευτικών, προκειμένου να καθοδηγήσουν τα παιδιά και τους μαθητές και να τους προτρέψουν να εμπλέκονται ενεργά στη διαδικασία του παιχνιδιού.
ΠΗΓΗ: www.playlearning.gr/gallery/playlearning/research/pm.doc

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας άρεσε; Αφήστε το σχόλιό σας